- Μ’ αγαπάς;
- Πολύ! Γιατί ρωτάς;
- Μ’ αρέσει να τ’ ακούω. Θέλω να μου το λες. Θα μ’ αγαπάς για πάντα ;
- Ναι.. Αφού το ξέρεις. Μα τι σ’ έπιασε ;
- Σσσστ.. Φίλησε με..
Πλησίασε το πρόσωπο της στο στόμα του και υγραίνοντας βιαστικά τα χείλη της τα παρέδωσε στα δικά του. Εκείνος βύθισε τα δάχτυλά του στα μαλλιά της και σπρώχνοντας σε μια ελαφριά κλίση το κεφάλι της γλίστρησε τη γλώσσα του κάτω από τη δική της.. Το θρόισμα των βλεφάρων της, καθώς έπαιζε σπασμωδικά τα μάτια σπρώχνοντας τους βολβούς ψηλά, ήταν το μόνο που ακουγόταν εκείνη τη στιγμή στο νυχτερινό μαγαζί. H μουσική είχε σταματήσει και οι μόνοι θαμώνες ήταν αυτό το ζευγάρι κι εγώ στο διπλανό τραπέζι, ενώ το προσωπικό είχε ήδη συμμαζέψει και... κρεμόταν υπομονετικά απ’ τα χείλη τους.
- Πρέπει να φύγουμε.
- Ναι..
Σηκώθηκαν. Καθώς της φορούσε το παλτό εγώ έριξα στο στόμα μου την τελευταία γουλιά ουίσκυ και έκανα νόημα στο γκαρσόνι. Μέχρι να πληρώσω είχαν ήδη βγει στον δρόμο. Πλησιάζοντας την έξοδο τούς άκουσα να συζητούν και στάθηκα πίσω απ’την πόρτα μπροστά σ’ έναν καθρέφτη να ισιώσω δήθεν τον γιακά του μπουφάν...
- Δε θα’ ρθω απόψε.
- Πάλι τα ίδια;
- Αφού ξέρεις... Δε μπορώ να λείπω κάθε βράδυ.
- Κι εσύ να ξέρεις ότι δεν αντέχω άλλο..
- Έλα σταμάτα. Μη μου το κάνεις πιο δύσκολο.
- Καληνύχτα!
- Σε παρακαλώ...
Όταν βγήκα στο δρόμο είδα τον άντρα να ξεμακραίνει με έντονα βήματα, ενώ η γυναίκα περπατούσε αργά προς την αντίθετη κατεύθυνση με το κεφάλι σκυφτό. Ήταν φανερά καταβεβλημένη και παραπατούσε πάνω στα ψηλοτάκουνα που σμίλευαν τις γάμπες της. Άναψα τσιγάρο κάτω απ’την λάμπα του δρόμου και αφήνοντας την εκπνοή μου να παίζει με το φως, έκανα δυο αργά αδιάφορα βήματα προς το μέρος της γυναίκας.
- Τι είναι η αγάπη;
Κοίταξα γύρω. Δεν υπήρχε κανείς πέρα από εμένα κι εκείνη.
- Σε μένα μιλάτε;
- Ναι. Σε είδα πως μας κοιτούσες. Μας άκουσες, το ξέρω...
Είχε καθίσει σ’ ένα παγκάκι κάτω απ’τα δέντρα σφίγγοντας το παλτό γύρω απ’ το κορμί της. Πλησίασα και στάθηκα μπροστά της.
- Θα μου πεις ;
- Έχεις πιει πολύ. Είμαι ένας άγνωστος κι είναι αργά...
- Δε με νοιάζει. Δε με νοιάζει τίποτα πια!
Έχωσε το κεφάλι της στον γιακά του παλτού και ξέσπασε σε κλάματα.
- Δεν αξίζει.
- Τι δεν αξίζει; ψέλλισε μέσα στους λυγμούς της.
- Να κλαις.
Ενώ έπαιρνα την τελευταία γενναία τζούρα από το τσιγάρο μου, εκείνη σκούπιζε άτσαλα τα μάτια σε μια προσπάθεια να συνέλθει, και ψέλλισε...
- Δεν καταλαβαίνεις.. Έχεις αγαπήσει ποτέ; Ξέρεις τι είναι η αγάπη;
Πέταξα τη γόπα στο δρόμο και κάθισα κι εγώ στο παγκάκι διατηρώντας μια διακριτική απόσταση από το τρεμάμενο σώμα της.
- Όλοι αγαπάμε κάποτε..
- Όχι έτσι! Πραγματικά. Δυνατά... να πονάει. Γιατί πονάει τόσο ;
- Δεν πονάει η αγάπη. Αυτό που πονάει είναι ο φόβος. Ο φόβος της απώλειας.
- Πώς αγαπάς χωρίς φόβο ;
- Νιώθεις έτσι γιατί αγαπάς με το μυαλό... όχι με την καρδιά. Αν αγαπάς με την καρδιά, ό,τι αγαπάς το θες ελεύθερο... ακόμα κι από σένα. Το θες γεμάτο ζωή... ή ελεύθερο ακόμα κι απ'αυτή... και δεν το περιορίζεις στην κτητικότητά σου.
Γύρισε το κεφάλι της και με κοίταξε. Μέσα από δάκρυα ανακατεμένα με μπογιές στο ημίφως, κάρφωσε ένα απορημένο βλέμμα στο πρόσωπο μου, κι ύστερα χώθηκε πάλι στον γιακά του παλτού της. Οι πνιχτοί λυγμοί της με το θρόισμα των φύλλων έφτιαχναν μουσικό χαλί για το γάβγισμα ενός σκύλου που ακουγόταν σε απόσταση..
- Μα η αγάπη είναι συναίσθημα. Δεν είναι σκέψη... είναι;
- Άκου. Όλα τελειώνουν, μα δε θα ξεκινήσουν όλα στη ζωή ενός ανθρώπου. Αυτό που έχει σημασία για την αγάπη είναι να ξεκινήσει... Μόνο για την αληθινή αγάπη δε νοείται τέλος, γιατί είναι συνθήκη ανεξάρτητη απ’ όλα. Η σωστή φράση δεν είναι «σ’ αγαπάω» αλλά «σ’ αγάπησα». Σ’ αγάπησα και τέλος! Τίποτα δε μπορεί ποτέ να το αλλάξει αυτό. Καμία ενδεχόμενη συνέχεια, καμία δική σου ενέργεια δεν έχει σημασία, γιατί εγώ σ’ αγάπησα. Αλλιώς, δεν σ’ αγάπησα αληθινά.
- Μα αν δεν με έχεις; Αν φύγω;
- Κανείς δεν έχει κανέναν. Δεν είναι θέμα ιδιοκτησίας. Είσαι κοντά μου όσο αυτό σε κάνει χαρούμενη. Σε γεμίζει και το απολαμβάνεις. Όσο σου κάνω τη ζωή ομορφότερη και μεγαλύτερη, όχι δυσκολότερη και στενότερη. Όσο σου προσφέρω περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσες να ζήσεις μόνη σου.. Αν φύγεις θα σημαίνει ότι κάπου αλλού θα είσαι καλύτερα και όσο καλύτερα θα είσαι τόσο περισσότερο θα χαίρομαι, γιατί σ’ αγάπησα. Αν με θίγει του κορμιού και της ψυχής σου η χαρά, δεν σ’ αγάπησα ποτέ αληθινά. Η αγάπη είναι μονομερής. Δεν αγαπάω κάποιον επειδή μ’ αγαπάει..
- Μα τι νόημα έχει η αγάπη αν δεν είμαστε μαζί;
- Ποτέ δεν είμαστε πραγματικά μαζί. Μοιραζόμαστε κομμάτια ζωής τα οποία βιώνει ο καθένας στον δικό του προσωπικό κόσμο μέσα από το δικο του πρίσμα αντίληψης. Είναι πολύ όμορφο αυτό όσο είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας. Οι άνθρωποι όμως συνήθως μένουν μαζί από φόβο και ανάγκη, γιατί παραπαίουν συναισθηματικά και ψυχολογικά και έχουν ανάγκη τον άλλον για να καλύπτει τα κενά τους, κι εκείνοι να αισθάνονται ότι κάτι κάνουν καλύπτοντας τα κενά του άλλου...
Ο αέρας είχε κόψει και δεν ήταν τόσο άβολα εκεί στο παγκάκι. Μια όμορφη ήσυχη βραδιά... Εκείνη είχε συνέλθει αισθητά και έπαψε να σφίγγει το παλτό γύρω της.
- Είσαι καλύτερα;
- Ναι, ευχαριστώ.. Δεν τον αγάπησα λοιπόν; Απλά τον χρειάζομαι;
- Δεν ξέρω. Αν είναι έτσι όμως, καθένας που θα πληρούσε κάποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο στη ζωή σου. Ντύνουμε κάποιον συνήθως το πέπλο που έχουμε ανάγκη και του φορτώνουμε τον ρόλο που ποθούμε, καταλήγοντας να αγαπήσουμε ένα δικό μας κατασκεύασμα χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ποιος ακριβώς είναι ο άλλος...
- Και πως μπορείς να είσαι εντάξει, όταν αυτός που αγάπησες διαλέγει να φύγει από κοντά σου;
- Αγαπάω σημαίνει χαίρομαι να σου προσφέρω, περισσότερο απ’όσο χαίρομαι όταν προσφέρω στον εαυτό μου. Αν με την απουσία μου σου προσφέρω, τότε χαίρομαι που φεύγεις... Καταλαβαίνεις ; Η αγάπη είναι μία. Δεν υπάρχει μητρική, πατρική, συντροφική, ερωτική κ.λπ. «Σ’ αγάπησα» κι αυτό είναι υπέρτατο. Δεν μπορεί να μη φύγει το παιδί από τη μητέρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αγάπη παύει να εκπληρώνεται. Συνήθως συγχέουμε τον έρωτα με την αγάπη. Ο έρωτας έχει ανάγκη την παρουσία. Η αγάπη όχι. Ο άνθρωπος βέβαια μπορεί να αγαπήσει πολλούς ανθρώπους. Δεν υπάρχει αποκλειστικότητα στην αγάπη, όπως ούτε στο σεξ. Μόνο στον έρωτα, και για όσο συμβαίνει. Αν ήμασταν ρεαλιστές και ειλικρινείς όλα θα ήταν ευκολότερα. Όμως ο άνθρωπος αρέσκεται στο να ζει ρόλους και αφήνει τον αληθινό του εαυτό στο σκοτάδι...
Εκείνη τη στιγμή την κοίταξα... Ακολούθησα το βλέμμα της που ταξίδευε στον νυχτερινό ουρανό προς τον αυγερινό που έλαμψε καθώς παραμέριζαν τα τελευταία σύννεφα.
- Σ’ ευχαριστώ. Αληθινά...
Έσυρε απαλά το σώμα της στο παγκάκι κοντά στο δικό μου. Το έντονο άρωμα της, η μυρωδιά του αλκοόλ και η θηλυκή της αύρα έθεσαν τα ενεργειακά μου κέντρα σε συναγερμό.
- Έχεις πιει πολύ.
- Το ξέρω.
Πλησίασε και κόλλησε τα χείλη της στο στόμα μου ρουφώντας λάγνα όση ψυχραιμία μου είχε απομείνει.
- Μ’ αγαπάς;
Δυο υπέροχα υγρά μάτια πίσω από τεράστιες βλεφαρίδες σε στάση προσμονής καρφώθηκαν στα δικά μου.
Απέφυγα το βλέμμα της γυρνώντας το κεφάλι μπροστά, ενώ μηχανικά έψαχνα για τα τσιγάρα μου. Ο ήχος του αναπτήρα συνέπεσε με έναν βαθύ αναστεναγμό της. Η καύτρα άναψε στραβά και χάθηκα για λίγο να την κοιτάζω, κρατώντας το τσιγάρο κατακόρυφα σαν κερί. Εκείνη είχε χωθεί πάλι στον γιακά του παλτού της. Σηκώθηκα. Την κοίταξα για τελευταία φορά. Πολύ όμορφη για να’ ναι λυπημένη..
Γύρισα και άρχισα να περπατώ ρουφώντας νικοτίνη, μέχρι που με κατάπιε το σκοτάδι.
~ ΠΑΓΩΝΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ~